Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ''ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ''

ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τόσο παλαιότερα όσο και σήμερα η ελληνική κοινωνία υποφέρει από δύο ιδεολογικές φαντασιώσεις, η πρώτη είναι η φαντασίωση τής Μεγάλης Ιδέας (δηλαδή της συνεχούς επέκτασης μας επάνω σε ξένα εδάφη) και η δεύτερη είναι η υποτιθέμενη καταγωγή μας από τους αρχαίους Έλληνες.
Την πρώτη φαντασίωση την πληρώσαμε εμείς οι Μικρασιάτες και Θράκες πρόσφυγες το 1922, όταν η Ψωροκώσταινα, ένα φτωχό ελληνικό κρατίδιο, ονειρευόταν να αποκαταστήσει λέει την Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Η φαντασίωση λοιπόν αυτή σήμερα συνίσταται στο ότι ονειρευόμαστε πάλι να μετατρέψουμε το νότιο Αιγαίο σε ελληνική λίμνη, με τα περίφημα 12 ναυτικά μίλια.
Το ότι οι συνέπειες της καινούργιας φαντασίωσης μπορεί να υπερβούν ακόμη και αυτές της Μικρασιατικής Καταστροφής, είναι κάτι που δεν το αντιλαμβάνονται οι πολιτικοί μας.
Η δεύτερη φαντασίωση, που απασχολεί την στιγμή αυτή την κοινωνία μας, είναι ο μύθος της τάχα καταγωγής μας από τους αρχαίους Μακεδόνες, πράγμα που αποτελεί την θεωρητική βάση στο θέμα του αγώνα μας ενάντια στην ονομασία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Στον ελληνικό Τύπο διατυμπανίζεται η «αδιαλλαξία» των γειτόνων μας, οι οποίοι επιμένουν να θέλουν να μας κλέψουν την ιστορία μας. Οι τελείως ανιστόρητες αυτές απόψεις προβάλλονται και από τους διπλωμάτες μας στο εξωτερικό με συνέπεια να γινόμαστε γελοίοι .
Το ότι Μακεδόνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων δεν χρειάζεται καν διάψευση, διότι οι άνθρωποι αυτοί, όσοι τουλάχιστον είναι σλαβικής καταγωγής, ήρθαν στην περιοχή τους γύρω στο 600 μ.Χ.
Οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες θέλουν να ονομάζονται εθνικά, και όχι γεωγραφικά, Μακεδόνες, πράγμα το οποίο αναφέρεται στα αρχεία του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών. Στα έγγραφα του Υπουργείου μας από το 1878 αναφέρεται ότι στην τότε οθωμανική Μακεδονία κατοικούσαν Τούρκοι, Έλληνες και Μακεντόντσι, δηλαδή σλαβόφωνοι Μακεδόνες, όπως τους ονόμασε αργότερα το Κ.Κ.Ε.
Τώρα το τι έννοια δίνουν στους όρους αυτούς, οι εθνικιστές και των δύο πλευρών, είναι άλλο θέμα, διότι είναι γνωστό ότι κάθε εθνικισμός γεννάει τον αντίπαλο εθνικισμό.
Σήμερα το πολιτικό θέμα αφορά αποκλειστικά και μόνο στο όνομα της γειτονικής μας χώρας και όχι στο τι ισχυρίζονται οι εκατέρωθεν ψυχοπαθείς εθνικιστές.
Ακόμη και αυτό το απολιθωμένο Κ.Κ.Ε υποστηρίζει, ότι θα μπορούσαμε να αποδεχθούμε το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας μόνο ως γεωγραφικό προσδιορισμό.
Η παρανοϊκή αυτή θέση σημαίνει ότι αρνούμεθα στους κατοίκους της Δημοκρατίας της Μακεδονίας τον εθνικό τους προσδιορισμό, και αυτό διότι εμείς είμαστε οι πραγματικοί απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων.
Το να αρνείται μια χώρα τον εθνικό προσδιορισμό των γειτόνων της είναι κάτι το αδιανόητο. Σκεφθείτε το να επέμενε μια ξένη χώρα για μας ότι για να γίνουμε μέλος κάποιου οργανισμού θα έπρεπε να αλλάξουμε το όνομα της χώρας μας από Ελληνική Δημοκρατία σε ένα αμοιβαίως αποδεκτό όνομα.
Για παράδειγμα Αλβανο-σλαβο-βλαχική Δημοκρατία, όπως και ακριβώς ήμαστε.
Μία τέτοια πρόταση θα την απαρνούμασταν με βλεδυγμία και θα είχαμε απόλυτο δίκαιο, ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός ενός ατόμου ή μίας κοινωνίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από έναν πολιτιστικό αυτοπροσδιορισμό.
Αυτό που καθορίζει την σημερινή εθνική μας ταυτότητα ή την εθνική ταυτότητα κάθε λαού είναι το σημερινό όνομα μας, έστω και εάν το κύριο φυλετικό υπόστρωμα αποτελείται πράγματι κατά ένα μέγιστο ποσοστό από εξελληνισμένους Αρβανίτες, από εξελληνισμένους Βλάχους και από εξελληνισμένους Σλάβους.
Πως εμείς λοιπόν έχουμε το θράσος και ζητούμε από τους γείτονες μας κάτι το οποίο εμείς οι ίδιοι θα αρνούμασταν με απόλυτη βλεδυγμία.
Πάνω στο θέμα αυτό αναδημοσιεύω ένα εξαίρετο άρθρο του κυρίου Γουσέτη.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Κείμενο του αρθρογράφου κυρίου Διονύση Γουσέτη,
δημοσιευθέν στην εφημερία ΑΥΓΗ
�του Αλεξάνδρου χώρα
Η χώρα ετοιμάζεται πάλι πυρετωδώς για την κρίσιμη μάχη με τους γυφτοσκοπιανούς, που έχουν το θράσος να θέλουν να ονομάζονται όπως τους γουστάρει.
Την εθνική θωράκιση άρχισαν τα «ΝΕΑ». Εμφάνισαν πρωτοσέλιδα (20/10/2007) την εμπρηστική δήλωση «Βάλτε βέτο, δεν αλλάζουμε όνομα» του ΥΠΕΞ της γειτονικής χώρας. Ωστόσο, το «Ουράνιο Τόξο» διευκρινίζει ότι ουδέποτε έδωσε ο ΥΠΕΞ συνέντευξη στα «ΝΕΑ».
Συνέχισε ο πρώην υφυπουργός ανάπτυξης κ. Σαλαγκούδης, ο οποίος με έπαρση δήλωσε ότι «δεν θα δεχθεί σύνθετη ονομασία». Το έκανε για να αντιπολιτευθεί το κόμμα του, την ώρα που ζορίζεται να «πουλήσει» επικοινωνιακά το πικρό ποτήρι, ή έμεινε μερικούς μήνες πίσω, όταν η ΝΔ, για να αντιμετωπίσει τις διαρροές προς τον απόγονο του Περικλέους κ. Καρατζαφέρη, έβγαλε τον κ. Ψωμιάδη και άλλους υπερέλληνες με τα λάβαρα στο μεϊντάνι;
Τη σκυτάλη πήρε ο στρατός μας που παρήλαυνε στις 28 Οκτωβρίου τραγουδώντας το εθνικιστικό «Μακεδονία ξακουστή».
Μέγιστη συμβολή αποτέλεσε μια δημοσκόπηση, κατά την οποία 65% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι προτιμά στο όνομα της γείτονος χώρας να μην περιέχεται η λέξη «Μακεδονία», ούτε παράγωγό της. Πάλι καλά, αφού οι ίδιοι, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, προτιμούν επίσης να είναι πλούσιοι και υγιείς παρά φτωχοί και άρρωστοι. Φτηνά κόλπα ντοπαρίσματος πολιτών.
Η ελληνική εθνικοφροσύνη, με συνεχείς λεονταρισμούς έκανε ό,τι μπορούσε -μέχρι επιβολή εμπάργκο- για την αποσταθεροποίηση ενός κράτους που επί χρόνια βρισκόταν σε εσωτερική κρίση. Κρίση ασύμφορη για τη χώρα μας, τόσο γεωπολιτικά όσο και οικονομικά: ο ΟΤΕ π.χ. ελέγχει την κινητή τηλεφωνία τους. Επιστρατεύτηκε και ο αρχιεπίσκοπος με επιστολή προς τους αρχηγούς των κρατών μελών της Ε.Ε. Επιστρατεύτηκε και ο νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης να κραυγάζει ότι το όνομά τους είναι η ψυχή μας. Επιστρατεύτηκε και ο πολύς γλωσσολόγος κ. Μπαμπινιώτης, να μας εξηγήσει ότι τα μακεδόνικα δεν είναι γλώσσα, αντίθετα με τον γλωσσολόγο Τσόμσκυ, που χαρακτήρισε το επιχείρημα «γελοίο». Επιστρατεύτηκαν Μεγαλέξανδροι και Βουκεφάλες. Μόλις πέρυσι ο άγιος Θεσσαλονίκης προπαγάνδιζε τον διαμελισμό της χώρας στα τέσσερα.
Ευτυχώς, με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, η εσωτερική κρίση μάλλον ξεπεράστηκε και οι ελληνικοί λεονταρισμοί υπέκυψαν στις διεθνείς σφαλιάρες. Η ελληνική εξωτερική πολιτική έκανε πολλές μοίρες στροφή από την αρχική αδιαλλαξία και σέρνεται πίσω από αυτό που έφτυνε: τη σύνθετη ονομασία. Είναι όμως αργά. Τη χώρα έχουν αναγνωρίσει 120 χώρες, περισσότερες από τις μισές της γης, με συνολικό πληθυσμό και επιρροή πολύ μεγαλύτερη, αφού σ� αυτές περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, ο Καναδάς. Αν λοιπόν η Μακεδονία μουλαρώσει και προσφύγει στον ΟΗΕ για αναγνώριση με το συνταγματικό της όνομα, η αναγνώριση είναι δεδομένη. Γι� αυτό, είναι αστεία η απειλή ότι τάχα θα προβάλουμε βέτο στην ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
Όσο για την αριστερά, ξέχασε τις δικές της ευθύνες. Στον εμφύλιο στρατολόγησε τους ντόπιους Μακεδόνες με το δέλεαρ της αυτονομίας, αλλά σήμερα δεν βρίσκει να προβάλει ούτε ένα λόγο διαμαρτυρίας για την απαγόρευση της επιστροφής των συναγωνιστών της του ΔΣΕ, όσων ανήκουν σ� αυτή τη μειονότητα. Προβάλλει όμως τη δική της ιδιότυπη εθνικοφροσύνη, καταγγέλλοντας τους... Αμερικάνους. «Το ΝΑΤΟ δεν αποτελεί τον αξιόπιστο οργανισμό που μπορεί να συμβάλει στη σταθερότητα της περιοχής» συμβούλευε τους Μακεδόνες παλαιότερα ο αντιιμπεριαλιστής τέως πρόεδρος του ΣΥΝ. «Το κρατίδιο της Φυρόμ το κατασκεύασαν οι Αμερικανοί για να μας δημιουργεί προβλήματα», μας εξηγούσε πρόσφατα ο υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστος Μαντάς. Κατά τα λοιπά, η Αριστερά μετέχει στην κυβερνητική θέση περί σύνθετου ονόματος. Δυστυχώς γι� αυτήν, τη θέση της δεν συμμερίζονται «αδελφές» χώρες όπως η Κούβα, το Βιετνάμ, η Βόρεια Κορέα, που αναγνώρισαν τους γείτονες με το συνταγματικό τους όνομα.
Ό,τι δεν κάνει η επίσημη αριστερά, το έκαναν πέρυσι 55 άνθρωποι, κυρίως αριστεροί, όταν τόλμησαν να δηλώσουν ότι θα αποκαλούν τη γείτονα με το συνταγματικό της όνομα. Άκουσαν τότε τα μύρια όσα: είναι προδότες, ξεπούλησαν την πατρίδα κλπ. Ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει αν αυτοί υπερασπίζονται την πατρίδα μας ή οι δημαγωγοί που υπονομεύουν τα συμφέροντα και την αξιοπρέπειά της, είτε έναντι ολίγων ψήφων, είτε λόγω μιας αρρωστημένης ιδεοληψίας.
Φαίνεται ότι η δημοκρατία της Μακεδονίας είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει μέχρι του σημείου της διπλής ονομασίας. Είναι η τελευταία ευκαιρία για έναν έντιμο συμβιβασμό, που θα σώζει τα προσχήματα, πριν την ολοσχερή ξεφτίλα και απομόνωση που καραδοκεί. Και ας πληρώσει η κυβέρνηση το «πολιτικό κόστος» των φανατισμένων, στο οποίο βέβαια συνέβαλε.